Η Δεσκάτη Γρεβενών με την αρχαιότερη βελανιδιά της Ευρώπης και τα πολύχρωμα πετρώματα

Kάμπος, σπαρτά, ποτάμι, μοναστήρια και κυρίως οι ντόπιοι, είναι όλα αυτά που κάνουν τον επισκέπτη των Γρεβενών να θέλει να πάει οπωσδήποτε και στη Δεσκάτη.

Η Δεσκάτη ορεινή κωμόπολη του νομού Γρεβενών σε υψόμετρο 860 μέτρα. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού, κοντά στα όριά του με τους νομούς Κοζάνης, Λάρισας, Τρικάλων και είναι η νοτιότερη κωμόπολη της Μακεδονίας.

 Ως κοινότητα η Δεσκάτη αναγνωρίστηκε το 1918 με έδρα τον οικισμό και ανήκε στον νομό Κοζάνης. Το 1943 υπάγεται στο νομό Λαρίσης και το 1964 αναγνωρίζεται σε δήμο που ανήκει πλέον στο νομό Γρεβενών. Σύμφωνα με το σχέδιο Καλλικράτης, μαζί με τα χωριά Άγιο Γεώργιο, Παρασκευή, Γήλοφο και Διασελλάκι συναποτελούν τη δημοτική κοινότητα Δεσκάτης, που ανήκει στην δημοτική ενότητα Δεσκάτης.

Η πρώτη αναφορά στη Δεσκάτη, ως οικισμός, γίνεται στην οθωμανική απογραφή του 1454-1455 και συνεχίστηκε από τότε, αν και με παραλλαγές της ονομασία της.

Παλιότερα την έλεγαν Ντισικάτα, μαρτυρώντας τη βλάχικη καταγωγή της, από τα χρόνια που στα βουνά της περιοχής περνούσαν τα καλοκαίρια τους βλάχικοι πληθυσμοί, κυρίως από τα Τρίκαλα. Με τους Οθωμανούς, λέγονταν «ζιαβέλια», που τότε σήμαινε «ταλαιπωρημένοι, δυστυχείς», παρατσούκλι που χρησιμοποιείται αρκετά και σήμερα ακόμα.

 Από τη Δεσκάτη κατάγονταν οι αγωνιστές οπλαρχηγοί της επανάστασης του 1821 και αρματολοί των Χασίων Ψειραίοι, ενώ έλαβε χώρα η λεηλασία και ο εμπρησμός της το 1854. Ο ελληνικός στρατός μπήκε στην κωμόπολη, έπειτα από ολοήμερη μάχη με τον οθωμανικό στρατό, στις 7 Οκτωβρίου 1912 και την προσάρτησε στο Βασίλειο της Ελλάδας.

Στις 16 Απριλίου 1941 οι γερμανικές δυνάμεις Κατοχής πέρασαν από τη Δεσκάτη. Η κωμόπολη βρισκόταν στην ιταλική ζώνη κατοχής μέχρι τις 8 Σεπτεμβρίου 1943, όταν και επέστρεψε στον γερμανικό έλεγχο.

 Η τελευταία εμφάνιση των Γερμανών έγινε στις 18 Φεβρουαρίου 1944. Στην περιοχή αναπτύχθηκαν ομάδες του Ε.Α.Μ. από το 1942, οι οποίες με τον τερματισμό του πολέμου συμμετείχαν στην επίθεση στη Δεσκάτη (21/9/1946), καθώς και ευρύτερα στον εμφύλιο πόλεμο.

Η αρχαιότερη βελανιδιά στην Ευρώπη βρίσκεται στη Δεσκάτη Γρεβενών

Είναι ηλικίας 1.300 ετών και βρίσκεται σε απόσταση μόλις δύο χιλιομέτρων από την κεντρική πλατεία του χωριού.Πρόκειται έναν σπάνιο ποδισκοφόρο δρυ (quersus pedunculiflora), που σύμφωνα με τους επιστήμονες που πραγματοποίησαν την δενδροχρονολόγησή του, φαίνεται να φύτρωσε περίπου το 720 μΧ.

 Έχει διάμετρο 2,25 μέτρα και η περίμετρος του κορμού της, στο ύψους του στηθαίου, είναι 7,06 μέτρα. Βρίσκεται σε υψόμετρο 658 μέτρων και το ύψους της ξεπερνά τα είκοσι τρία μέτρα. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Δεσκάτης θυμούνται πως όταν γυρνούσαν από τα κτήματα έκαναν οπωσδήποτε στάση στο «χοντρό δένδρο», όπως το έλεγαν, για να δροσιστούν στην σκιά του, αλλά κανείς δεν πίστευε ότι αυτό το δένδρο είναι υπερ-αιωνόβιο.

Άλλη μία μοναδικότητα της Δεσκάτης είναι ότι  έχει και τα αρχαιότερα πετρώματα της Ελλάδας, ηλικίας 1 δισ. ετών. Είναι πετρώματα, από την Παλιουριά και τη Δεσκάτη μέχρι το μοναστήρι της Ζάβορδας, με αλλόκοτα χρώματα, κόκκινα, πράσινα, μοβ, πορτοκαλί, που αναδύθηκαν από τα βάθη της Τηθύος, της μεγάλης θάλασσας που μοιραζόταν κάποτε ο πλανήτης με τη μία και μοναδική ήπειρο, την Παγγαία, και ήρθαν στην επιφάνεια όταν οι τεκτονικές πλάκες άρχισαν να χωρίζονται μεταξύ τους.

Οι γεωλόγοι εντοπίζουν στη Δεσκάτη το σημείο όπου χωρίστηκαν η ευρασιατική από την αφρικανική πλάκα, εδώ λένε «γεννήθηκε η Ευρώπη». Στη Βουνάσα μάλιστα, σε μια από τις κορυφές των Καμβουνίων, είναι εμφανείς με γυμνό μάτι οι «χαρακιές» που προκλήθηκαν από τους παγετώνες που σκέπαζαν τότε αυτές τις εκτάσεις. Το παγκόσμιο γεωλογικό ενδιαφέρον έχει κάνει τη Δεσκάτη προορισμό για επιστήμονες από όλον τον κόσμο που μελετούν εδώ τις πρώτες σελίδες της Δημιουργίας.

Την πόλη ο επισκέπτης τη μαθαίνει γρήγορα, με μία βόλτα ανάμεσα στις δύο μεγάλες πλατείες, τη μία με τον μεγάλο ναό Κωνσταντίνου και Ελένης, και τη δεύτερη με το Δημαρχείο, στα γύρω στενά και λίγο πιο έξω από την πόλη με την πανοραμική της θέα από τις γύρω πλαγιές.

Οι ίδιοι όμως οι Δεσκατιώτες, ανοιχτοί και φιλόξενοι,  είναι εκείνοι που διατηρούν αναλλοίωτα τα ήθη και τα έθιμα και τα επικοινωνούν με περηφάνια στους επισκέπτες. Ένα από αυτά είναι το πασχαλινό έθιμο της Ανδρομάνας (ή Ανδρουμάνας), ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής, όπου οι πανηγυριώτες σχηματίζουν ανθρώπινους πύργους σκαρφαλώνοντας ο ένας στους ώμους του άλλου.

Περισσότερα για τις δεσκατιώτικες συνήθειες μπορεί να ανακαλύψει κάποιος στη Λαογραφική Εκθεση που λειτουργεί στο παλιό σχολείο της Δεσκάτης. Αν και εκεί τα εκθέματα αλλάζουν συνεχώς, υπάρχουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Και μέσα από φορεσιές και φωτογραφίες δεκαετιών μπορεί ο επισκέπτης να μάθει για ήθη άλλων εποχών, όταν οι στερήσεις ανάγκαζαν τους νιόπαντρους να περνούν στα δάχτυλα αντί για βέρες τους χαλκάδες από τις κουρτίνες, τη νύφη να φορά για πέπλο ένα κομμάτι της ίδιας κουρτίνας, να κρατούν νυφικές ανθοδέσμες από κισσό.

Ο Αλιάκμονας ποταμός διασχίζει την περιοχή της Δεσκάτης απ’ άκρη σ’ άκρη. Με τα νερά του δίνει ζωή στον κάμπο, ενώ το φράγμα του Ιλαρίωνα κατέκλυσε μια αρκετά μεγάλη έκταση ανεβάζοντας τη στάθμη του ποταμού και αλλάζοντας τη μορφολογία της περιοχής: το φαράγγι που μέχρι πρότινος «αγκάλιαζε» περιμετρικά τη φημισμένη Μονή της Ζάβορδας, σήμερα έχει γίνει μια ασύγκριτης ομορφιάς λίμνη.

Η Μονή της Ζάβορδας

Το μοναστήρι ίδρυσε ο Οσιος Νικάνορας το 1534, κάποια εποχή έφτασε να διατηρεί μια μεγάλη περιουσία και γρήγορα συνδέθηκε πολύ στενά με τις λαϊκές συνήθειες και τα έθιμα της περιοχής.Οι αγιογραφίες που έχουν σωθεί στο καθολικό της Μονής προκαλούν εντύπωση με την καθαρότητα των χρωμάτων και τις ασυνήθιστες παραστάσεις τους, τα κειμήλια μάλιστα που φυλάσσονται σήμερα στη Ζάβορδα θεωρούνται ανυπολόγιστης αξίας.

Η Μονή στέκει στην κορυφή ενός απότομου λόφου και μόνο από τη βόρεια πλευρά της είναι δυνατή η πρόσβαση. Στη νότια πλευρά της, μόλις τέσσερα με πέντε μέτρα από τα νερά της λίμνης, στέκει ακόμη το ασκηταριό του Οσίου Νικάνορα.Προτού ιδρύσει το ιστορικό και περίφημο αυτό μοναστήρι της Ζάβορδας, ο οσιος Νικάνορας ασκήτευσε σε ένα ταπεινό ασκηταριό που σώζεται μέχρι και σήμερα.

Το ασκηταριό αυτό βρίσκεται πλησίον της Μονής, και ο Όσιος ασκήτεψε σε αυτό με πολλούς κόπους και ατέλειωτες αγρυπνίες καθώς και νηστείες επί 16 συνεχή χρόνια. Στο απρόσιτο και ταπεινό αυτό ασκηταριό του Οσίου Νικάνορα φυλάσσονταν κατά τους δύσκολους χρόνους τα πολύτιμα ιστορικά και σπουδαία κειμήλια της Μονής.

Παναγιά

Η Κοινότητα Παναγιάς (το παλιό Τουρνίκι, το αρχαίο Ομόλιον, το βυζαντινό Μολισκό), ένα πολύ όμορφο μικρό χωριό, χτισμένο δίπλα στον Αλιάκμονα, σε υψόμετρο 420 μ., 20 χλμ. ΒΔ της Δεσκάτης.

Τα ομοιόμορφα μικρά σπιτάκια που χτίστηκαν στη θέση αυτών που καταστράφηκαν από το σεισμό του ’95, δίνουν την αίσθηση ενός ολοκαίνουριου χωριού. Οι λιγοστοί κάτοικοι της Παναγίας 70 το χειμώνα, 120 το καλοκαίρι, ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Σύμφωνα με διηγήσεις τους η κοινότητα δεν μετακινήθηκε ποτέ και επί Τουρκοκρατίας διετέλεσε κεφαλοχώρι.

Η ζωή στην περιοχή ήταν πάντα συνυφασμένη με τα σημαντικά μοναστήρια του Οσίου Νικάνορα Ζάβορδας και της Παναγιάς Τουρνικίου.

Το μοναστήρι της Παναγιάς είναι ένα πολύ σημαντικό μνημείο, στο οποίο το 1959 ανακαλύφθηκε χειρόγραφος κώδικας με ολόκληρο το Λεξικό του Πατριάρχη Φωτίου (820-891), που περιέχει αποσπάσματα χαμένων έργων αρχαίων κλασικών.

Ο δρόμος μέχρι εκεί είναι σε πολύ καλή κατάσταση και αυτό που ελκύει ακόμα περισσότερο τον επισκέπτη είναι το σπάνιας ομορφιάς τοπίο που διαμορφώνεται στη περιοχήτου μοναστηριού, αφού ακριβώς δίπλα περνά ο ποταμός Αλιάκμονας. Η I.Μ. Εισοδίων της Θεοτόκου (της Παναγίας), βρίσκεται 2 χλμ. ανατολικά της κοινότητας και πιθανότατα πρόκειται για παλιότερο μνημείο από αυτό της Ζάβορδας, με αξιόλογες τοιχογραφίες.